- ἐπιπροέμεν
- ἐπιπροέμεν: see ἐπιπροΐημι.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
ἐπιπροέμεν — ἐπιπροίημι send forth aor inf act (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)